Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Μας κλέψαν και το δίγαμμα...

Χωρίς άλλα σχόλια αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Παντελή Μπουκάλα από την Καθημερινή της Κυριακής 16-12-2012.
Μας κλέβουν το πετρέλαιο – και «ως γνωστόν», η Μεσόγειος αξίζει όσο χίλιες και μία Αραβίες. Μας αρπάζουν το χρυσάφι – και «ως γνωστόν» η Ελλάδα όχι μόνο διαθέτει πλουσιότατες φλέβες στα βουνά της, αλλά βρίσκεται ολόκληρη πάνω σε μια τεράστια πλάκα χρυσού, απομεινάρι μεγαλείου του Χρυσού Γένους. Μας κλέβουν τα πανίσχυρα όπλα που έθαψαν οι αρχαίοι στο πεδίο της μάχης του Μαραθώνα – γι’ αυτό είχαν στήσει εκεί τη βάση τους οι Αμερικανοί, για να τα σφετεριστούν. Μας κλέβουν το ουράνιο, το όσμιο, το λουτέσιο, τον κόκκινο υδράργυρο και πολλά άλλα σπανιότατα ορυκτά που, αν τα αξιοποιούσαμε, θα ξεπληρώναμε το χρέος μας και το χρέος όλων των φτωχών λαών του κόσμου. Μας κλέβουν τον ήλιο, τους ανέμους, τη Μακεδονία, τη Μάνη, το Πήλιο, τις βραχονησίδες. Κι από πάνω μάς αεροψεκάζουν. Για να μας αποκολοκυνθώσουν.
Κάπως έτσι πάει το πράμα για κάποιους από τους δημοφιλέστερους κατασκευαστές ή τροφοδότες της κοινής γνώμης, όποιου είδους κι αν είναι ο «πομπός» του, τηλεοπτικός, ραδιοφωνικός, εφημεριδογραφικός, διαδικτυακός, κομματικός. Από συνωμοσία σε συνωμοσία και από κλοπή σε κλοπή, αφού μάς έχουν βάλει στο στόχαστρό τους Σόροι, μασόνοι, σιωνιστές, «τροτσικιστές», Νεφελίμ, παπικοί, Τούρκοι, Σκοπιανοί, Αλβανοί – οι Διάβολοι Πάντες, για να αναποδογυρίσουμε μαρξιστικώ τω τρόπω (θου, Κύριε...) τους «Αγίους Πάντες». Ο στόχος τους να μας αφελληνίσουν, να μας εκθρονίσουν από την περιουσιότητά μας, να νοθεύσουν το αίμα μας. Υπερβολές; Ναι. Οσο υπερβολικό φαντάζει και το υψηλό δημοσκοπικό ποσοστό της Χ.Α., η οποία δεν γεννήθηκε στο κενό και δεν έχει ανάγκη να φτιάξει ιδεολογία εκ του μηδενός: τη βρίσκει έτοιμη στον ψυχισμό των θαυμαστών της (παλαιόθεν πεπεισμένων ότι υπερέχουμε παγκοσμίως και εκ γενετής, πλην μας επιβουλεύονται όλοι οι κακοί του κόσμου) και απλώς την ανασύρει, την οργανώνει και την κεφαλαιοποιεί.
Τώρα λοιπόν, μετά τα υλικά και τα απτά, μας κλέβουν και τα άυλα, τα αχειροποίητα, τα πνευματικά. Τα φωνήεντά μας. Εφτά τα είχαμε και τα λατρεύαμε, γιατί μόνο η δική μας γλώσσα πλάστηκε από τους θεούς και μας δόθηκε εξαρχής τέλεια, σε χρόνια αρχαϊκά, με τις πλάκες του Φωνηεσέως, επί του ιερού Ολύμπου. Η αλήθεια βέβαια είναι, όπως τουλάχιστον τη γράφουν τα λεξικά (και μάλιστα το θεμελιώδες «Λεξικόν της ελληνικής γλώσσης» του Henry Liddel και του Robert Scott), ότι «το γράμμα Ω εισήχθη επισήμως εν Αθήναις επί του άρχοντος Ευκλείδου (403 π.Χ.)», κατά δε «τους χρόνους του Αδριανού εισήχθη το εν τω νυν σχήματι ω, δηλ. οο», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν ανελλήνιστοι ή ήδη αφελληνισμένοι όσοι τα έγραφαν «αμφότερα εν ταις αρχαιοτάταις επιγραφαίς διά του αυτού γράμματος Ο». Αλήθεια είναι επίσης ότι κάποια στιγμή πάψαμε να λέμε το ω-μέγα σαν ανοιχτό ο και το ό-μικρον σαν κλειστό. Αλλά δεν φταίμε εμείς. Μας πήραν στον λαιμό τους οι ξένοι, οι ελληνιστάριοι. Δεν τους έφτανε που τους κατακτήσαμε για να τους εκπολιτίσουμε παρά ήθελαν να μάθουν και την ιερή μας γλώσσα. Και την έφθειραν. Κι έρχονται τώρα οι ανθέλληνες, δάσκαλοι σου λέει μα στην ουσία φίδια κολοβά, κι αντί να διδάξουν στα παιδιά αρχαία από το Νήπιο, ώστε να γίνουν φωστήρες και να θεραπεύσουν πιθανή δυσλεξία τους, τα μαθαίνουν πως έχουμε μόνο πέντε φωνήεντα, α, ε, ι, ο, ου. Τα άλλα τα φάγανε. Το καημένο το ωμέγα. Το ήτα. Το ύψιλον. Σε λίγο θα φάνε και το έψιλον. Και το άλφα. Για να μην μπορούμε να γράφουμε «Ελλάς». Οι τρισάθλιοι συνωμότες, σπορά εκείνων των αθλίων που μας έκλεψαν το δίγαμμα, το έκτο γράμμα του αλφαβήτου μας, το καμάρι μας.
Οπότε; Οπότε, πάνω που μάλλον αφελώς είχαμε αρχίσει να πιστεύουμε ότι αυτή τη φορά η επιστήμη νίκησε την ιδεοληψία και τη φαντασιοπληξία· ότι δηλαδή η άμεση, μαζική και πλήρως τεκμηριωμένη αντίδραση φιλολόγων και γλωσσολόγων (ανάμεσά τους και οι κορυφαίοι, οι εθνικοί) καταπράυνε την «ιερή οργή» όσων έβλεπαν μία επιπλέον ανθελληνική συνωμοσία, με στόχο τα φωνήεντα, προέκυψε το εξώδικο που κατέθεσαν οι γονείς των μαθητών του 3ου Δημοτικού Καλλιθέας εναντίον του σχολείου και του υπουργείου Παιδείας. Υιοθετώντας την άποψη ενός μόνο «έγκριτου επιστήμονα» και χαρακτηρίζοντας «φαιδρά» τα επιχειρήματα των 140 γλωσσολόγων που υπεράσπισαν τα αυτονόητα, τους οποίους άλλωστε εγκλωβίζουν σε εισαγωγικά («γλωσσολόγοι») για να δείξουν ότι τους περιφρονούν, διακηρύσσουν: «Είναι καιρός να αντιδράσουμε δυναμικά και να ακυρώσουμε μόνοι μας κάθε προσπάθεια καταστροφής της γλώσσας μας, διαστρέβλωσης της ιστορίας μας και εξοβελισμού της εθνικής μας ταυτότητας»... Εδώ πράγματι θα χρειάζονταν και τα εφτά φωνήεντα των αρχαίων για να ακουστεί το δυνατόν ηχηρότερα η κραυγή που θα σήμαινε «Ελεος πια με την ανελλήνιστη ελλαδοφροσύνη», κι όχι βέβαια των γονέων αλλά των «πνευματικών» τους.
Κρίμα όμως. Γιατί να ξοδεύουν τα βόλια τους κατά των συγγραφέων της Γραμματικής οι εξωδικοβόλοι; Ας χτυπήσουν το κακό στη ρίζα του. Ιδού τι απαράδεκτα έγραφε ο Γ.Ν. Χατζιδάκις το 1901, στο κείμενό του «Σύντομος επιθεώρησις της ιστορίας της ελληνικής γλώσσης», δημοσιευμένο ως εισαγωγή στο Λεξικό Liddel - Scott: «Εν ταις αρεταίς της νεωτέρας λαλουμένης Ελληνικής καταλεκτέον και τούτο, ότι καθά η Αττική διάλεκτος αποφεύγουσα την αλλεπαλληλίαν των φωνηέντων συνήρεσε και συνέστειλε πολυειδώς τας λέξεις, ούτω και η νεωτέρα διά συχνής συνιζήσεως, εκθλίψεως και αφαιρέσεως των λεπτοτέρων φωνηέντων i (ι, ει, η, υ, οι, υι), e (ε, αι), τους εκ πολλών άλλων προελθόντας ισχνούς φθόγγους τούτους, απειλούντας να βλάψωσιν την ευφωνίαν της γλώσσης, πολλαχώς εξέβαλεν, αφήκε δε τους αδροτέρους α, ο, ου· εντεύθεν η προφορά ημών έχει μεν μονοτονίαν τινά (άτε πέντε μόνον φωνήεντα: α, ο, u, ε, ι και ολίγας διφθόγγους: καϊμός, τα είδα, λεϊμόνι, βώιδι, το είδα, του είπα, περιέχουσα), αλλ’ όμως δεν υπερισχύει τουλάχιστον εν αυτοίς ο ασθενέστατος φθόγγος i. Διά της συνιζήσεως και αφανισμού των ασθενεστέρων φωνηέντων ηλαττώθη και η εντός λέξεως και μεταξύ δύο λέξεων χασμωδία σφόδρα».
Ακου πράγματα, και μάλιστα από τη γραφίδα του «σοφού της Γλωσσολογίας καθηγητού», όπως τον εγκωμιάζει στον πρόλογό του ο εκδότης. «Πέντε μόνον φωνήεντα»; Εξώδικο και στον Παράδεισο. Και να σβηστεί αμέσως αυτό που λένε οι Εγκυκλοπαίδειες. Πως τάχα «ο Γ. Ν. Χατζιδάκις είναι ο πατέρας της γλωσσικής επιστήμης στην Ελλάδα». Ο φωνηεντοκτόνος...

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Η κρυφή γοητεία του νεοναζιστικού λόγου και η υλοποίηση της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής

Αναδημοσιεύουμε την απάντηση των παρεμβάσεων σε δημοσίευμα του Έθνους περί αξιολόγησης:

Με ένα δημοσίευμα που το ύφος του θα ζήλευε ο Κασιδιάρης και το στήσιμο του ο Γκέμπελς, η εφημερίδα Έθνος επιδιώκει να προωθήσει τις απολύσεις και την αξιολόγηση στη δημόσια εκπαίδευση, να υποκινήσει τον κοινωνικό αυτοματισμό και να διοχετεύσει τον ηθικό πανικό στους κόλπους τής εκπαιδευτικής κοινότητας, συκοφαντώντας έναν από τους πιο ευαίσθητους κλάδους του δημοσίου, αυτόν των εκπαιδευτικών . Ο πυρήνας της λογικής του δημοσιεύματος κωδικοποιείται ως εξής: «αυτή τη στιγμή το 10% των εκπαιδευτικών είναι ψυχικά πάσχοντες, πράγμα το οποίο μπορεί να τους οδηγήσει στο να κάνουν κακό στα παιδιά μας. Πρέπει λοιπόν, να υπάρξει μια σκληρή αξιολόγηση που θα εντοπίσει και θα διώξει τους ψυχοπαθείς». Η συντάκτρια επικαλείται αγνώστου προελεύσεως και αμφιβόλου αξιοπιστίας στοιχεία και, παραβιάζοντας κάθε αρχής δημοσιογραφικής δεοντολογίας, συντάσσεται με τις απόψεις νεοφασιστικών φορέων για την αντιμετώπιση των κοινωνικά ευάλωτων κοινωνικών κατηγοριών.
Τι να πρωτοπεί κανείς για το δημοσίευμα;
Πρώτα απ’ όλα ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται η ψυχική ασθένεια είναι πλήρως στερεοτυπικός και αναπολεί την εξόντωση των ψυχικά σθενών που συντελούνταν στη χιτλερική Γερμανία: ο ψυχικά ασθενής δεν είναι ένας άνθρωπος που χρειάζεται υποστήριξη και μπορεί να εντάσσεται στην κοινωνία και την παραγωγή, αλλά ένα εν δυνάμει επικίνδυνο άτομο, πιθανός παιδόφιλος ή ακόμα και φονιάς… Αναφέρει ενδεικτικά το άρθρο: «Ο ένας στους δέκα εκπαιδευτικούς πάσχει από κάποιας μορφής ψυχική διαταραχή. Από απλή κατάθλιψη μέχρι και σοβαρά ψυχολογικά νοσήματα, που ενδεχομένως να τον οδηγήσουν με κατάλληλες συνθήκες, είτε σε βία μέσα στην τάξη, είτε στην τοξικομανία, είτε στον χώρο της παιδοφιλίας, της πορνογραφίας και της σεξουαλικής παρενόχλησης των ανυποψίαστων μαθητών». Υπάρχει μήπως εδώ κάποια ομοιότητα με το ναζιστικό λόγο για την ψυχική ασθένεια;
Από εκεί και πέρα σύμφωνα με τη λογική του δημοσιεύματος ο ασθενής είναι είτε τεμπέλης, είτε κάποιος «πονηρός» που αναζητεί τη θαλπωρή του δημοσίου: «Μέχρι στιγμής, αυτή η «κάστα ανθρώπων», που σημειωτέον, αν και γνωρίζει το πρόβλημά της αποδέχεται τον διορισμό, αντιμετωπίζεται από την πολιτεία σαν να μην υπάρχει». Ή λίγο πιο κάτω: «Οσοι από αυτούς (τους ψυχικά άρρωστους) «τσεκάρονται» εγκαίρως, τοποθετούνται κατευθείαν σε διοικητικές θέσεις στην εκπαίδευση και όχι σε σχολεία. Δεν είναι λίγοι, όμως, εκείνοι που ξεφεύγουν και διδάσκουν κανονικά». Είναι ολοφάνερη η αντιστροφή της πραγματικότητας και η διαγραφή μερικών κρίσιμων ερωτημάτων. Ο ψυχικά ασθενείς μόνο που δεν παρουσιάζεται ως ένα πανούργο άτομο που βρίσκει έναν τρόπο να λουφάρει… Παραβλέπονται οι δικές του ανάγκες για εργασία, κοινωνική αποδοχή κλπ. Για το δημοσίευμα ο ψυχικά ασθενής δεν έχει πρόβλημα, αλλά είναι ο ίδιος πρόβλημα.
Στο ίδιο πλαίσιο τονίζεται:  «Η οικονομική κρίση επιτείνει αυτήν την πίεση των εκπαιδευτικών, με αποτέλεσμα να πληθαίνουν τα περιστατικά που ο δάσκαλος βγάζει στην επιφάνεια... τις κρυφές του πλευρές!». Για τον συντάκτη του κειμένου είναι δεδομένο ότι στην εποχή της κρίσης και του ΔΝΤ δεν πρέπει να υπάρχει ίχνος κοινωνικής ευαισθησίας και πρέπει να απεμπολούνται όλες οι αρχές του κοινωνικού κράτους και των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Καταλήγει στον κοινωνικό δαρβινισμό που όποιος ανταπεξέρχεται με μεγαλύτερη δυσκολία , πρέπει να ωθηθεί εκτός κοινωνίας Φυσικά ξεχνάει να θέσει ένα βασικό ερώτημα, που δεν είναι άλλο από το τι θα συμβεί σε έναν άνθρωπο που είναι ψυχικά ευάλωτος αν χάσει τη δουλειά του σε μια χώρα με 30% ανεργία. Ουσιαστικά το κείμενο υιοθετεί μια λογική καιάδα, καθώς ο άνθρωπος που δεν έχει αυξημένους ρυθμούς παραγωγικότητας ή έχει ορισμένες ιδιαιτερότητες πρέπει να καταδικαστεί στην εξαθλίωση
Όμως το κείμενο δεν σταματάει εδώ. Η έννοια της ψυχικής ασθένειας διευρύνεται τόσο πολύ ώστε να αγκαλιάζει ένα φάσμα συμπεριφορών, πλήρως απενεχοποιημένων σε όλες τις δημοκρατικές κοινωνίες: «Δεκάδες καταγγελίες για καθηγητές αδιάφορους, περίεργους ή που χρήζουν ψυχιατρικής βοήθειας δέχεται και ο Συνήγορος του Πολίτη». Αυτός που χρήζει ψυχιατρικής βοήθειας σχεδόν ταυτίζεται με τον «περίεργο» και τον «αδιάφορο». 
Φυσικά από ένα τέτοιο άρθρο δεν μπορεί να λείπει το γκαιμπελίστικο στήσιμο, η παραβίαση βασικών κανόνων της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και υιοθέτηση βασικών αρχών της προπαγάνδας, που βασίζονται είτε στην αποσιώπηση είτε στη διαστρέβλωση στοιχείων. Τελείως αυθαίρετα και αντιεπιστημονικά η συντάκτης εντάσσει στο άρθρο ποσοστά που αναφέρονται είτε στο σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης, είτε στις χαμηλές προσδοκίες και το στρες που μπορεί να έχει ένας εργαζόμενος ο οποίος συντρίβεται μισθολογικά και εργασιακά. Παραβλέπει το γεγονός ότι το εργασιακό στρες συναντάται πολύ συχνά στο σύνολο των επαγγελματικών χώρων, ως απόρροια των πολιτικών λιτότητας ή ελαστικοποίησης της εργασίας. Ειδικότερα,  το άγχος είναι το δεύτερο σε συχνότητα αναφερόμενο πρόβλημα υγείας και επηρεάζει το 28% των εργαζομένων στην Ευρώπη. Προφανώς , σύμφωνα με τη λογική της «δημοσιογράφου» οι 34 αυτόχειρες της France telecom ορθώς αυτοκτόνησαν και ήταν δικό τους πρόβλημα. Παραβλέπει μάλλον η ίδια ότι ο κλάδος που διεθνώς επιδεικνύει τα υψηλότερα ποσοστά ψυχικών διαταραχών είναι των δημοσιογράφων και ότι το ταμείο τους, ο ΕΔΟΕΑΠ, έχει από τα υψηλότερα ποσοστά συνταγογράφησης ψυχοφαρμάκων. Εντούτοις κανείς δε διανοήθηκε να υποστηρίξει ότι πρέπει να απολυθούν οι δημοσιογράφοι με ψυχικά προβλήματα, ούτε βέβαια κανένας άλλος εργαζόμενος με ψυχικά προβλήματα. Είναι κατάκτηση της ανθρωπότητας, από τότε που σταμάτησαν οι λοβοτομές και οι συναφείς βάρβαρες πρακτικές, οι ψυχικά ασθενείς να εντάσσονται στην κοινωνία χωρίς διακρίσεις, αλλά φαίνεται ότι η ίδια αναπολεί την «ντροπή» της Λέρου.  
Ο γκαιμπελισμός δε σταματάει εδώ. Αναφέρει το άρθρο: «Εκπρόσωποι συλλόγου γονέων και κηδεμόνων, στη διάρκεια του σχολικού έτους 2010-2011, προσέφυγαν στο ΣτΠ, καταγγέλλοντας ξυλοδαρμούς και ανάρμοστη, υβριστική συμπεριφορά εκ μέρους καθηγήτριας γυμνασίου και ζητώντας την απομάκρυνσή της από τη σχολική μονάδα, όπως και έγινε, ύστερα από διενέργεια ΕΔΕ». Κοινώς, αναφέρει ότι και με το υπάρχον νομικό πλαίσιο τέτοιες περιπτώσεις αντιμετωπίζονται! Παρόλα αυτά, το παράδειγμα δίνεται για να υποστηρίξει την «ανεπάρκεια» του συστήματος και την ανάγκη αξιολόγησης. Λες και μπορεί να υπάρξει κάποιο σύστημα που θα μαντεύει ποιος εκπαιδευτικός μπορεί να χάσει την ψυχραιμία του. Στο ίδιο πλαίσιο στο τέλος του άρθρου αναφέρονται «πέντε υποθέσει σοκ». Στην πρώτη λέγεται ότι «Οι γονείς κατήγγειλαν περιστατικά βίας και ξυλοδαρμού, έκθεση σε κίνδυνο με αποβολές από την αίθουσα χωρίς επίβλεψη, ψυχολογική βία και εκφοβισμό στα νήπια. Τελικά η νηπιαγωγός απομακρύνθηκε». Και πάλι η συντάκτης του κειμένου χρησιμοποιεί για την επίρρωση των ισχυρισμών της ένα παράδειγμα που καταλήγει στην απομάκρυνση του εκπαιδευτικού... Τελικά η απομάκρυνση ενός εκπαιδευτικού δεν είναι και τόσο σπάνια, όσο ισχυρίζεται.
Υπάρχει όμως και συνέχεια. Η συντάκτης παρουσιάζει μια σειρά από περιστατικά για να πείσει τους αναγνώστες για τους τεράστιους κινδύνους που διατρέχουν τα παιδιά τους. Κοινή συνισταμένη όλων, η τραγική κατάληξη. Και εδώ εμφανής είναι η προσπάθεια να προκληθεί φόβος, προκειμένου να αποδεχτεί η κοινή γνώμη την κυρίαρχη εκπαιδευτική πολιτική. Τι ξεχνάει να πει;  Ότι καμιά αξιολόγηση δε θα προβλέψει αν κάποιος σκοτώσει τη γυναίκα του, ή αν αποφασίσει να βλάψει τον εαυτό του διακόπτοντας τη φαρμακευτική του αγωγή ή κάνοντας χρήση ναρκωτικών. Αν μπορεί να το κάνει αυτό, μάλλον θα μιλάμε για μια ολοκληρωτικού τύπου διαδικασία, που θα μπορεί να στιγματίσει ανεξίτηλα ανθρώπους και να καταστρέψει ζωές και υπολήψεις. Παραγνωρίζει βέβαια εντελώς ότι αντίστοιχες καταστροφικές ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές καταγράφονται σε εργαζόμενους όλων των κλάδων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Φυσικά, από ένα τέτοιο άρθρο δεν θα μπορούσε να λείπει η παιδοφιλία και η σεξουαλική παρενόχληση. Η συντάκτης αναφέρεται στη δήθεν ατιμωρησία των παιδόφιλων και στο διεφθαρμένο καθεστώς που τους στηρίζει. Τι ξεχνάει; Ξεχνάει να πει ότι το εκπαιδευτικό κίνημα ποτέ δεν υπερασπίστηκε τέτοιες περιπτώσεις και ότι το υπάρχον πλαίσιο προβλέπει την αντιμετώπισή του. Και θα τολμήσουμε να πούμε και κόντρα στο ρεύμα, ότι ξεχνάει επίσης να πει ότι και η συκοφάντηση, ή η καταστροφή της ζωής και της υπόληψης ενός ανθρώπου είναι και αυτές μέσα στη ζωή. Κοινώς, ότι είναι μια κατάκτηση του πολιτισμού μας, το ότι για να είναι ένοχος κάποιος δεν φτάνει η καταγγελία, αλλά χρειάζεται κα η απόδειξη του εγκλήματος… Μία από τις κλασικές συμβουλές που δίνεται, άλλωστε, στα αγγλοσαξονικά παιδαγωγικά εγχειρίδια είναι ότι ο καθηγητής δεν πρέπει να αγγίζει τους μαθητές του, ιδίως του άλλου φύλου, στην πλάτη για να μην βρεθεί κατηγορούμενος για σεξουαλική παρενόχληση, πράγμα που δείχνει πόσο περίπλοκα είναι μερικά θέματα.
Συνοψίζοντας, έχουμε να κάνουμε με ένα άρθρο που προσπαθεί να διεγείρει τους φόβους των γονιών και να πατήσει πάνω στις διαδεδομένες προκαταλήψεις προκειμένου να υπερασπίσει την κυρίαρχη πολιτική. Επειδή κανείς δε θα ήθελε έναν ψυχοπαθή καθηγητή για τα παιδιά του, ειδικά αν αυτός ο άνθρωπος μπορεί να μετατραπεί σε έναν παιδόφιλο ή γενικότερα να βλάψει τα παιδιά του, πρέπει να παρθούν μέτρα. Ως πανάκεια για όλα αυτά προτείνεται η αξιολόγηση που θα ξετρυπώσει τους πανούργους ψυχοπαθής και θα προστατεύσει τα παιδιά μας. Στο ίδιο πλαίσιο η πολιτική της Τρόικας που ζητάει απολύσεις και στη δημόσια εκπαίδευση, όχι μόνο εξωραΐζεται, αλλά λίγο πολύ παρουσιάζεται ως πολιτική κοινωνικά επιβεβλημένη που διορθώνει τις στρεβλώσεις των περασμένων δεκαετιών. Η συντάκτης του άρθρου είναι προφανέστατο  ότι εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία, σαν αυτή που εκτελεί η πλειοψηφία των ΜΜΕ την εποχή του Μνημονίου και ως εκ τούτου έχει αυξηθεί κατακόρυφα η αναξιοπιστία τους. Εμείς θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για το δημόσιο σχολείο, που δεν κινδυνεύει από τους εκπαιδευτικούς, αλλά από τις κάθε λογής τρόικες, σε συνεργασία με τα σωματεία του τύπου, απ’ τα οποία ζητάμε να καταδικάσουν και να απομονώσουν τέτοιες πρακτικές και να αγωνιστούμε μαζί για τη δημόσια παιδεία, τα εργασιακά δικαιώματα, την ανεξαρτησία της ενημέρωσης και την ίδια τη δημοκρατία.

Κριτική στις αντιλήψεις του ΙΕΠ με αφορμή το περιεχόμενο της επιμόρφωσης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών

Ανάμεσα στα άλλα περίεργα της εισαγωγικής επιμόρφωσης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών από το ΙΕΠ, δόθηκε προς διαπραγμάτευση στους/τις επιμορ...