Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

“Γονείς – ελικόπτερα”: Στο σχολείο με επιθετική διάθεση

Εισαγωγικό κείμενο και μετάφραση του Δημήτρη Τσουκάλη
Ένα φαινόμενο που παίρνει διαστάσεις στην Εκπαίδευση είναι οι γονείς που έρχονται στο σχολείο με επιθετική ακόμα και πολεμική διάθεση. Δεν εμπιστεύονται και αμφισβητούν το σχολείο σε κάθε του πτυχή. Σχεδόν σε καθημερινή βάση έρχονται σε προστριβές με το σχολείο για άπειρα σημαντικά ή και απολύτως ασήμαντα θέματα. Είναι συνήθως γονείς ανώτερης μόρφωσης, υπερπροστατευτικοί, με απόλυτες απόψεις για την εκπαίδευση και την ανατροφή των παιδιών. Απαιτούν από το σχολείο να προσαρμοστεί στις δικές τους αντιλήψεις και επιθυμίες, τις οποίες θεωρούν αδιαπραγμάτευτες.

Είναι οι γονείς που…

Κάποιους  απ` αυτούς τους γονείς θα τους συναντήσει κανείς, στα διαλείμματα, ανελλιπώς στα κάγκελα  του σχολείου για να φέρουν «κάτι» (στο υπέρβαρο συνήθως) παιδί τους, που όμως  «δεν τρώει τίποτε».
Όταν ψιχαλίζει έρχονται να δουν αν βγήκαν τα παιδιά στην αυλή στο διάλειμμα και αρρωστήσουν. 
Όταν τα παιδιά πηγαίνουν στο θέατρο κουβαλούν μαζί τους το κινητό (που γνωρίζουν ότι  απαγορεύεται). Θέλουν να ξέρουν πού βρίσκονται τα παιδιά, «μη συμβεί κάτι».
Στην τσάντα τους κουβαλούν προμήθειες που θα έφταναν να ταΐσουν τουλάχιστον δυο παιδιά για μια ολόκληρη μέρα. Και… για να μη ζηλεύουν κουβαλούν μαζί τους χρήματα (από πέντε μέχρι και δέκα ευρώ στις εποχές της κρίσης) «να πάρουν κάτι από το κυλικείο».
Ανησυχούν για τους βαθμούς. Για τους σημαιοφόρους. Για το ποια δασκάλα θα πάρει την τάξη του χρόνου. Για το αν θα τελειώσουν την ύλη (της δευτέρας δημοτικού)! Για τις πολλές ή λίγες εργασίες που τους βάζει η δασκάλα. Και οπωσδήποτε για το bullying. To παιδί τους είναι πάντοτε θύμα. Ποτέ θύτης. Αν όλοι λένε το αντίθετο, τότε απλά αυτό  έχει στοχοποιηθεί.

Η σύγχρονη οικογένεια

Τα παιδιά αυτών των γονιών, συνήθως, αντιμετωπίζουν προβλήματα προσαρμογής και συνύπαρξης στο σχολικό περιβάλλον. Έχουν δυσκολίες να σεβαστούν τους κανόνες του σχολείου και δημιουργούν διαρκώς προβλήματα με τους συμμαθητές τους, αλλά και τους εκπαιδευτικούς.
Ο άκρατος ατομικισμός, η πίστη στο «δικό μου παιδί που  αδικείται» γιατί είναι ξεχωριστό και δεν το καταλαβαίνει κανείς, η ανασφάλεια για το μέλλον, η  αμφισβήτηση κάθε δημόσιου και συλλογικού αγαθού (που είναι διεφθαρμένο, αντιπαραγωγικό και άδικο, όπως η θηριώδης προπαγάνδα διαλαλεί) είναι κάποιοι από τους παράγοντες.
Πολλοί ακόμη παράγοντες, όπως η ηλικία αυτών των γονιών (συνήθως είναι γονείς μεγαλύτερης ηλικίας) και ο αριθμός παιδιών στην οικογένεια παίζουν ρόλο. Επίσης είναι εντυπωσιακό ότι μεγαλύτερα προβλήματα δημιουργούνται στα σχολεία σε οικονομικά πιο εύρωστες απ` ότι σε πιο φτωχές και υποβαθμισμένες συνοικίες, όπου τα και τα πραγματικά  προβλήματα είναι και πιο έντονα.
Το φαινόμενο αυτό έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις μετά την ψήφιση του νόμου που έθετε σε αργία τους εκπαιδευτικούς ακόμα και με την κατάθεση μήνυσης εναντίον τους. Δεκάδες ήταν οι περιπτώσεις εκπαιδευτικών, σε ολόκληρη τη χώρα, που βίωσαν έναν πραγματικό εφιάλτη, συχνά με αστήρικτες και αστείες κατηγορίες.

Τοξικό κλίμα στα σχολεία

Αυτή όμως η κατάσταση δεν ταλαιπώρησε μόνο κάποιους δασκάλους. Δημιούργησε ένα τοξικό κλίμα στα σχολεία. Οι εκπαιδευτικοί ένιωθαν -και ακόμα νιώθουν- ότι είναι ευάλωτοι και απροστάτευτοι μπροστά σε παράλογες απαιτήσεις και επιθετικές συμπεριφορές μερίδας γονέων.
Από την πλευρά της διοίκησης, ακόμα και κραυγαλέα παράλογες καταγγελίες, ακολουθούσαν την τυπική διαδικασία της διερεύνησης, «δικαιώνοντας», έστω και πρόσκαιρα, αυτού του τύπου τη συμπεριφορά.
Αυτή η αντιμετώπιση ενθάρρυνε ακόμα περισσότερο  τη γιγάντωση του φαινομένου. Τελευταίο κρούσμα η καταγγελία σε σχολείο της Κρήτης, που οδήγησε 24 από τους 25 εκπαιδευτικούς του σχολείου να ζητήσουν απόσπαση από το σχολείο. 
Κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το σύνολο των εκπαιδευτικών οποιουδήποτε σχολείου, από μια κακώς εννοούμενη συναδελφική αλληλεγγύη, θα κάλυπταν συναδέλφους με απαράδεκτη συμπεριφορά. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα, ίσως το σοβαρότερο, που δυσχεραίνουν την εκπαιδευτική διαδικασία είναι η, χωρίς σοβαρή αιτία, απαξιωτική και επιθετική συμπεριφορά μερίδας γονέων.

Η  εκπαιδευτική διαδικασία καθίσταται προβληματική

Κανείς βέβαια δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το σχολείο είναι ένας χώρος απαλλαγμένος από προβλήματα, όπου όλα λειτουργούν ιδανικά  ή ότι και οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν ευθύνες, κι αυτοί εξάλλου μέρος αυτής της κοινωνίας είναι, αλλά αυτή η κατάσταση ελάχιστα είχε να κάνει με πραγματικά προβλήματα.
 Όπως θα διαβάσετε στη συνέντευξη που μεταφράζουμε το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό (παρότι στην Ελλάδα της γενικευμένης κρίσης εξελίσσεται διαρκώς και παίρνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά), τα ίδια πάνω κάτω φαινόμενα με παρεμφερείς ή και πανομοιότυπες  αιτίες εμφανίζονται και σε άλλες χώρες.
Με μια ουσιώδη διαφορά. Στις  άλλες ευρωπαϊκές  χώρες αναγνωρίζεται ως παθολογικό κοινωνικό φαινόμενο. Στην Ελλάδα αυτή η συμπεριφορά υπερπροστατευτικών γονέων επαινείται ως υπεύθυνη στάση απέναντι στην ανευθυνότητα δημοσίων λειτουργών.
Ο κραυγαλέος λαϊκισμός  των Μ.Μ.Ε. και τα συμφέροντα απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης  κάνουν καλά τη δουλειά τους.
Η  συνέντευξη που δημοσιεύουμε πιο κάτω είναι από τη γερμανική εφημερίδα “Lausitzer  Rundschau”.
Αφορμή για τη συνέντευξη ήταν η κυκλοφορία του βιβλίου του εκπαιδευτικού Γιόζεφ Κράους με τίτλο «Γονείς- ελικόπτερα», στο οποίο αναλύει το φαινόμενο των υπερπροστατευτικών γονέων και τις επιπτώσεις από τη συμπεριφορά τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και στην ανάπτυξη των ίδιων των παιδιών τους. Το βιβλίο αυτό έγινε μπεστ σέλερ στη Γερμανία (το βιβλίο βρίσκεται σε διαδικασία έκδοσης και στα κινέζικα) και ο Γιόζεφ Κράους καλείται συχνά από διάφορους φορείς και δίνει διαλέξεις στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες γερμανόφωνες χώρες,  αναλύοντας το φαινόμενο.
“Helikopter – Eltern – Schluss mit Förderwahn* und Verwöhnung”
“ΓΟΝΕΙΣ – ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΑ – Τέλος με την υπερπροστατευτικότητα και την αντιμετώπιση ων παιδιών ως  αλόγων  κούρσας”

Ποιοι είναι «οι γονείς-ελικόπτερα»;

Είναι γονείς οι οποίοι σαν ιπτάμενα ραντάρ υπερίπτανται κάθε στιγμή πάνω από τα παιδιά τους  και είναι έτοιμοι να επέμβουν για να τα «σώσουν». Συνήθως σηκώνουν πολλή σκόνη και η εμφάνισή τους γίνεται πάντα με θόρυβο. Μεταξύ αυτών των γονιών μπορεί κανείς να διακρίνει τα «ελικόπτερα διάσωσης», «τα ελικόπτερα άμεσης επέμβασης»  και «τα ελικόπτερα μεταφοράς». Τους συναντά κανείς στα νηπιαγωγεία, στα σχολεία, στους συλλόγους και τα ιατρεία.
Δεν υπήρχαν πάντα τέτοιοι γονείς ή είναι φαινόμενο του καιρού μας; Μεμονωμένες περιπτώσεις υπήρχαν και πριν. Υπάρχει όμως σημαντική αύξηση στη Δύση, όπως και στην Ασία. Πριν από μερικά χρόνια οι «γονείς – ελικόπτερα» ανήκαν στην ανώτερη τάξη.   Κατά τη γνώμη μου τους συναντά κανείς πια και στη μεσαία τάξη. Κατά τις εκτιμήσεις μου οι «γονείς – ελικόπτερα», όπως και άλλες ακραίες περιπτώσεις γονέων, όπως γονείς που παραμελούν τα παιδιά τους, είναι περίπου το ένα τρίτο των γονιών. Ευτυχώς τα δύο τρίτα των γονιών είναι συνεργάσιμοι,  κανονικοί, φυσιολογικοί άνθρωποι.

Σε τι οφείλεται η αύξηση του αριθμού των «γονιών -ελικόπτερα»;

Ένας λόγος είναι ότι αυξάνεται ο αριθμός των οικογενειών με ένα παιδί. Επίσης το γεγονός ότι πολλοί πλέον γίνονται γονείς σε μεγαλύτερη ηλικία. Στη Γερμανία αυξάνεται ο αριθμός των οικογενειών με ένα παιδί. Επίσης υπάρχει κι ένα άλλο κρίσιμο στοιχείο. Αυτό είναι ότι πολλοί  γίνονται  γονείς σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία. Οι μεγαλύτεροι σε  ηλικία  γονείς είναι πολύ «προγραμματισμένοι», με λιγότερο αυθορμητισμό και μικρότερη ενσυναίσθηση.
Επίσης παρατηρείται μια όλο και μεγαλύτερη ψυχολογικοποίηση της ανατροφής των παιδιών.  Αυτό οφείλεται σε μια πραγματική πλημμυρίδα της λεγόμενης “βιομηχανίας συμβουλευτικής”, μέσω του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου.
Μέσα σ` όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε και το φόβο που προκαλείται από  τις έρευνες που «διαπιστώνουν» ότι οι Γερμανοί μαθητές υστερούν σε σχέση με τους συνομηλίκους τους παγκόσμια και ότι  αν δεν φοιτήσουν στο ανώτερο σχολείο (Gymnasium) και δεν κάνουν το Abitur  (απολυτήριες εξετάσεις που εξασφαλίζουν τη φοίτηση στα πανεπιστήμια) δεν έχουν καμιά ελπίδα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Ποια είναι η εξέλιξη των παιδιών αυτών των γονέων; Τα παιδιά αυτά, ενώ αναπτύσσουν έντονες φιλοδοξίες, από την άλλη δυσκολεύονται να αναλάβουν ευθύνες. Δυσκολεύονται στην πραγματικότητα να ενηλικιωθούν και περνάνε μια παρατεταμένη εφηβεία. Δεν αποκτούν πραγματική αυτονομία από τους γονείς. Όπως καταλαβαίνετε, αυτά τα παιδιά γίνονται στη συνέχεια και  προβληματικοί σύζυγοι.

Τα σημερινά παιδιά είναι διαφορετικά από τα παιδιά των προηγούμενων γενεών;

Η υπερπροστατευτική παιδαγωγική έχει κάνει τα παιδιά διαφορετικά. Η ακτίνα δράσης των σημερινών δεκάχρονων παιδιών από τα δύο με τρία χιλιόμετρα, που ήταν παλιότερα, έχει περιοριστεί στα 200 με 300 μέτρα (Σημ: Στις ελληνικές πόλεις μάλλον έχει μηδενιστεί.). Πολλά παιδιά που  υπερπροστατεύονται δεν τους επιτρέπεται, για παράδειγμα,  να σκαρφαλώσουν σε ένα δέντρο και μεταφέρονται με το αυτοκίνητο μέχρι την πόρτα του σχολείου. Έτσι δεν μαθαίνουν μόνα τους να διαχειρίζονται  τους κινδύνους.
Το τηλεοπτικό στερέωμα, από την άλλη, τρομοκρατεί ότι παντού υπάρχουν κίνδυνοι και ότι το κακό καραδοκεί. Οι στατιστικές, βέβαια, δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Για παράδειγμα ο αριθμός των νεκρών από τροχαία από τη δεκαετία του 1970 έχει μειωθεί κατά 80%. (Ακόμα και η περίπτωση της παιδικής  κακοποίησης οι έρευνες δείχνουν ότι κατά 90% συμβαίνουν στο στενό  οικογενειακό περιβάλλον κι όχι έξω από αυτό, αναφέρει ο Γιόζεφ Κράους σε άλλη συνέντευξη του  στην εφημερίδα Die Welt.)

Εκτός από γονείς, υπάρχουν και παππούδες -ελικόπτερα;

Όπου συμμετέχω σε ημερίδες με θέμα τους «γονείς – ελικόπτερα» έρχονται και πολλοί παππούδες. Μερικοί όντως κακομαθαίνουν τα εγγόνια τους. Υπάρχουν όμως και πολλοί παππούδες με τους οποίους  μιλάω, που αντιμετωπίζουν με έντονο σκεπτικισμό την ανατροφή των σημερινών παιδιών.

Ποιος είναι ο αντίλογος στους «γονείς- ελικόπτερα»;

Κατά την άποψή μου η ανατροφή των παιδιών είναι μια υπόθεση που έχει κάποια όρια στον προγραμματισμό. Πρέπει να βρίσκει κανείς τη χρυσή τομή μεταξύ του «καθοδηγώ» και του «αφήνω να αναπτυχθεί». Οι γονείς δεν πρέπει από φόβο ότι θα χάσουν την αγάπη των παιδιών τους να αφήνουν τα παιδιά να κάνουν ό,τι θέλουν. Θα πρέπει να αφήσουμε τα παιδιά να παίρνουν πρωτοβουλίες, ακόμα κι αν αποτύχουν θα μάθουν να διαχειρίζονται την απογοήτευση  και την αποτυχία τους. Πρέπει να τα εμπιστευτούμε γιατί έτσι θα αποχτήσουν αυτοεκτίμηση, θα γίνουν υπεύθυνα και θα εξελίσσονται με εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το χιούμορ παίζει σημαντικό ρόλο στην ανατροφή των παιδιών. Το χιούμορ ακτινοβολεί ζεστασιά, δημιουργικότητα και καλοσύνη. Δίνει μια ευκαιρία τις ανεπάρκειες  και τις δυσκολίες μας να τις αντιμετωπίζουμε πιο ψύχραιμα.

Είναι η περίπτωση των «γονιών- ελικόπτερα» θεραπεύσιμη;

Σε ένα πρώτο στάδιο, όσο υπάρχει ακόμα η ευελιξία και η δυνατότητα να αλλάζει κανείς, μπορεί αυτό να συμβεί. Κι όταν συμβεί, σε πολλές περιπτώσεις έχει και σαν αποτέλεσμα οι γονείς αυτοί να θέλουν να αποχτήσουν περισσότερα παιδιά.
*Η έκφραση  Förderwahn σημαίνει τη μανία να φορτώνονται τα παιδιά με δραστηριότητες.
Ο Γιόσεφ Κράους είναι πρόεδρος συνδικάτου εκπαιδευτικών της Γερμανίας (Deutsche Lehrerverband), διευθυντής Λυκείου  και ψυχολόγος.
Σημ: 1. Πάνω στο ίδιο θέμα έχει ενδιαφέρον η επιστολή που έστειλε στην εφημερίδα “Stuttgarter Zeitung” ο διευθυντής του Δημοτικού σχολείου της πόλης Bad Cannstatt, Ράλφ Χέρμαν,  διαμαρτυρόμενος για τη συμπεριφορά των γονιών του σχολείου. Γράφει χαρακτηριστικά: «Καθημερινά πολλοί γονείς φέρνουν τα παιδιά τους στο σχολείο με το αυτοκίνητο μέχρι την είσοδο του σχολείου, όπου  παρκάρουν παράνομα παρεμποδίζοντας την ασφαλή είσοδο των μαθητών. Στη συνέχεια ξεφορτώνουν τσάντες και παιδιά και τα ακολουθούν κουβαλώντας  τις τσάντες μέσα στις τάξεις όπου και  περιμένουν να βγάλουν τα μπουφάν των παιδιών και να τα κρεμάσουν στις κρεμάστρες. Με την ευκαιρία ψάχνουν και  τους εκπαιδευτικούς για να ρωτήσουν διάφορα πράγματα. Η κατάσταση, γράφει ο διευθυντής, είναι απίστευτη και απαράδεκτη.»
2. Η έκφραση «γονείς- ελικόπτερα»  “Helikopter-Eltern” προέρχεται από την Αμερική, όπου  επίσης το  φαινόμενο έχει, από χρόνια, πάρει διαστάσεις. (Ο συγγραφέας επιλέγει αντί της γερμανικής λέξης  Hubschrauber  την  ελληνική λέξη  Helikopter για τον τίτλο του βιβλίου. Η ελληνική λέξη εμπεριέχει περισσότερες έννοιες από τη γερμανική που αποδίδει περισσότερο το συγκεκριμένο μεταφορικό μέσο.)

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019

Πρέπει η σημαία να είναι προνόμιο των αρίστων;

Αναδημοσιεύουμε την ενδιαφέρουσα προσέγγιση του Χαρίδημου Τσούκα από την εφημερίδα "Καθημερινή της Κυριακής":

Κάθε εθνική επέτειος είναι ευκαιρία αναστοχασμού και γιορτής. Θυμόμαστε τα ιστορικά γεγονότα για να ξανασκεφτούμε τον εθνικό μας εαυτό, σε μια αέναη επανεπεξεργασία της μνήμης. Συγχρόνως, τιμώντας μια εθνική επέτειο, γιορτάζουμε συλλογικά ως έθνος.
Η γιορτή δεν είναι εγκεφαλική λειτουργία αλλά ψυχο-σωματική μετοχή σε τελετουργία. Δεν γιορτάζουμε κατά μόνας, αλλά ανταμώνοντας με τους άλλους. Η γιορτή συγκινεί, πλάθει το θυμικό μέρος της ψυχής και ενισχύει το συλλογικό φρόνημα.
Οι μαθητικές παρελάσεις είναι ένα σημαντικό στοιχείο της εθνικής γιορτής. Τα παιδιά, ιδιαίτερα του Δημοτικού, πρέπει να εμπεδώσουν αίσθημα εθνικής ταυτότητας, τόσο με τον λόγο όσο και με το συναίσθημα. Γίνεσαι Ελληνας, δεν γεννιέσαι.
Οι παρελάσεις δεν είναι πεζοπορία. Διαπερνώνται από συμβολισμό που εμπλέκει ουσιωδώς το σώμα (στολή, κίνηση, ίσως τραγούδι) και, εμμέσως, το συναίσθημα. Η σημαία είναι το σύμβολο του έθνους. Ποιος κρατά τη σημαία σε μια μαθητική παρέλαση είναι μια αυτο-δηλωτική επιλογή για μια κοινότητα: αποκαλύπτει πώς αντιλαμβάνεται τον εαυτό της.
Η ελληνικότητα
Πριν από είκοσι και πλέον χρόνια, τέθηκε το δίλημμα αν ένας αλλοδαπής καταγωγής μαθητής δικαιούται να είναι σημαιοφόρος. Σήμερα, έχοντας ωριμάσει, το ερώτημα μας φαίνεται αναχρονιστικό. Πιο πρόσφατα, μας απασχόλησε κατά πόσον μια μαθήτρια δικαιούται να παρελάσει φορώντας την ισλαμική μαντίλα. Χωρίς να είμαι βέβαιος, έχω την εντύπωση ότι ωριμάσαμε και ως προς αυτό. Η ελληνικότητα δεν εξαλείφει τη θρησκευτική ετερότητα. Μετέχοντας στην ελληνική παιδεία, το αλλοδαπής καταγωγής ή ετερόθρησκο παιδί μετέχει και στις τελετές του έθνους. Σμιλεύει την αυτοαντίληψή του με το λεξιλόγιο και τα σύμβολα που του παρέχει η παιδευτική λειτουργία – γίνεται Ελληνας. Συγχρόνως, η απόκλιση από τον εθνικό κανόνα δίνει το έναυσμα στην εθνική κοινότητα να διευρύνει την έννοια της πατρίδας. Η ελληνικότητα είναι εύπλαστη έννοια.
Τώρα, τεθήκαμε ενώπιον ενός άλλου ερωτήματος: οι σημαιοφόροι στο Δημοτικό πρέπει να ορίζονται με βάση τη μαθητική επίδοση ή την κλήρωση; Οι αριστούχοι ή οι κληρωτοί; Το υπουργείο Παιδείας αποφάνθηκε: οι αριστούχοι. Η αρμόδια υπουργός κ. Κεραμέως εξήγησε το σκεπτικό της στη Βουλή: «[…] προκρίνεται η προσπάθεια έναντι της τύχης. Ο στόχος είναι η επιβράβευση της προσπάθειας και η παροχή κινήτρου για τη βελτίωση των επιδόσεων».
Τι ισχυρίζεται η υπουργός; Μπορείς να κρατήσεις τη σημαία στην παρέλαση μόνο αν είσαι άριστος μαθητής. Ας σκαλίσουμε λίγο το υπέδαφος του ισχυρισμού: το σύμβολο του έθνους θεωρείται έπαθλο, κάτι σαν Οσκαρ, το οποίο το κερδίζεις με κόπο, ανταγωνιζόμενος τους άλλους που το συνδιεκδικούν. Η σημαιοφορία είναι ένα ακόμα στοιχείο του καλού βιογραφικού. Δείτε τη συναλλακτική-δοσοληπτική (transactional) αντίληψη της υπουργού: άξιοι να φέρουν τη σημαία δεν είναι όλοι όσοι μετέχουν της ελληνικής παιδείας, άρα όσοι, κατ’ αρχήν, διαμορφώνουν αντίστοιχη εθνική συνείδηση, αλλά μόνον όσοι αριστεύουν βαθμολογικά. Εχεις υψηλή βαθμολογία; Ανταμείβεσαι. Πρόκειται για παρανόηση εννοιών, η οποία παράγει έναν ψευδοαξιοκρατικό ελιτισμό. Εξηγούμαι.
Αν και ως ουσιαστικό παραπλανά, η «αριστεία» δεν είναι κατάσταση αλλά διαδικασία. Αριστεύω ως δάσκαλος ή γιατρός λ.χ. θα πει (δανείζομαι την ορολογία του Αλασντερ Μάκινταϊρ, του πιο σημαντικού εν ζωή νεοαριστοτελικού φιλοσόφου): έχω εσωτερικεύσει το «ενδογενές αγαθό» της συλλογικής δραστηριότητας στην οποία μετέχω (να εκπαιδεύω, να θεραπεύω) και, συγχρόνως, υπάγω τον εαυτό μου στα «κριτήρια αριστείας» που διέπουν το επάγγελμά μου.
Αντιστοίχως, ο μαθητής αριστεύει όχι όταν επιζητεί καλούς βαθμούς (η βαθμοθηρία είναι στρέβλωση του «ενδογενούς αγαθού» της μάθησης – δηλαδή της μάθησης ως αυταξίας), αλλά όταν προσπαθεί διαρκώς να μορφώνεται και, άρα, να βελτιώνεται. Η αριστεία είναι μια ασυμπτωτική κίνηση προς την τελειότητα. Δεν θα την πετύχεις ποτέ, αλλά διαρκώς προσπαθείς. Αν χρειάζεσαι κίνητρα για να επιδιώκεις την αριστεία είναι ένδειξη ανωριμότητας. Τα «ενδογενή αγαθά» είναι αυτοαναφορικά: ο γιατρός θεραπεύει γιατί είναι γιατρός. Ο μαθητής μαθαίνει γιατί είναι μαθητής.
Η μόνη προϋπόθεση
Η τιμή να είσαι σημαιοφόρος έχει μία μόνο προϋπόθεση: να μετέχεις της «ημετέρας παιδείας». Αυτό αρκεί για την, κατ’ αρχήν, συμπερίληψή σου στην εθνική κοινότητα. Οπως όλα τα μέλη της κοινότητας έχουν την ίδια υποχρέωση να υπερασπιστούν τη σημαία, πρέπει να έχουν και την ίδια δυνατότητα να την κρατήσουν. Οταν όλοι σε μια τάξη έχουμε τις ίδιες πιθανότητες να κληρωθούμε σημαιοφόροι, τότε, κατ’ αρχήν, όλοι οφείλουμε να ετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο να μας πέσει ο κλήρος – ενισχύεται ο συμπεριληπτικός πατριωτισμός. Δεν ξέρω αν και πότε η πατρίδα θα με καλέσει να την υπερασπίσω, ξέρω όμως ότι πρέπει να ετοιμάζομαι γι’ αυτό. Σήμερα ίσως κρατήσω τη σημαία, αύριο θα υπηρετήσω τη θητεία μου, μεθαύριο θα μπω στη μάχη, αν χρειαστεί.
Την πατρίδα στον πόλεμο την υπερασπίζονται οι πολλοί – αυτοί που ο βρετανικός ελιτισμός περιφρονητικά αποκαλεί hoi polloi (η μάζα). Αυτούς τιμά το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη. Τα αμόρφωτα αγροτόπαιδα της επαρχίας δημιούργησαν το έπος του ’40 και το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης. Γράφει ο Αγγελος Τερζάκης στην «Ελληνική Εποποιία (1940-1941)» για το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940: «Κι’ ο πιο ταπεινός, έκανε τη σκέψη άθελά του, πως σ’ αυτόν έλαχε να τιμήσει αυτή τη φάλαγγα των νεκρών που ξεκινάει από πολύ μακρυά και δίνει νόημα στο Χρόνο. Η εκλογή της Μοίρας είταν βαρειά, αλλά για τούτο και η τιμή πολύ μεγάλη». Προσέξτε πόσο διαφέρει η γλώσσα της «Μοίρας» του Τερζάκη από τη γλώσσα των «κινήτρων» της υπουργού.
Δεν ξέρουμε πότε θα μας πέσει ο κλήρος να υπερασπίσουμε την πατρίδα. Δεν γνωρίζουμε ποια γενιά θα διαλέξει η Μοίρα να σηκώσει το λάβαρο. Μπορούμε όμως να προετοιμαστούμε: όλα τα παιδιά πρέπει να έχουν την ίδια πιθανότητα να νιώσουν την τιμή να είναι σημαιοφόροι στην εθνική γιορτή. Με κλήρωση, φυσικά – πώς αλλιώς;

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019

Παλιότερα ήταν καλύτερα;

Αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Θανάση Γιακέλτση από την Εφημερίδα των Συντακτών
Την 1η Ιουνίου 2019, πέθανε στα 88 του χρόνια ο Γάλλος φιλόσοφος και επιστημολόγος Μισέλ Σερ. Ο Σερ δίδαξε Ιστορία της Επιστήμης στη Σορβόνη, στο Στάνφορντ και σε άλλα πανεπιστήμια και έγραψε πάνω από εξήντα έργα. Ηταν μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας από το 1990.
Στη γλώσσα μας κυκλοφορούν τα βιβλία του «Το φυσικό συμβόλαιο» (ΠΕΚ 2002), «Το παράσιτο» (Σμίλη 2009), «Καιρός των κρίσεων» (Καλέντης 2011) και «Η κοντορεβιθούλα» (Ποταμός 2013). Εγκυκλοπαιδικό πνεύμα, εργάστηκε όσο λίγοι για να γεφυρώσει το χάσμα που χωρίζει τις «δυο κουλτούρες», τις ανθρωπιστικές από τις θετικές επιστήμες.
Ο Σερ αμφισβητούσε τις θεωρίες της «παρακμής» και την τάση πολλών διανοουμένων να εξωραΐζουν ή και να εξιδανικεύουν το παρελθόν, θεωρώντας το σαν μια χρυσή εποχή σε σχέση με την υποτιθέμενη σύγχρονη βαρβαρότητα και κατάπτωση.
Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του «C’ était mieux avant!» (Le Pommier 2017), ο Σερ είχε δώσει, το 2017, στο ελβετικό περιοδικό Le Temps, τη συνέντευξη που ακολουθεί
Μισέλ Σερ
• Το βιβλίο σας απευθύνεται στους «γκρινιάρηδες παππούδες». Θεωρείτε ότι είναι πολλοί;
Αυτό το βιβλίο δεν είναι μια κριτική στους γέρους, στους οποίους ανήκω κι εγώ. Ακούω όμως πολύ αρνητικά λόγια για τους νέους και για τον κόσμο έτσι όπως έγινε. Θέλησα να θυμίσω ότι πριν από μερικές δεκαετίες είχαμε τον Χίτλερ, τον Στάλιν, τον Φράνκο, τον Μουσολίνι, τον Μάο, που προκάλεσαν σαράντα πέντε εκατομμύρια νεκρούς. Προφανώς υποκλίνομαι με λύπη και συγκίνηση μπροστά στα θύματα των τωρινών τρομοκρατικών επιθέσεων και εμφύλιων πολέμων, αλλά σε σχέση με αυτό που έζησα στη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου ή με κρατικά εγκλήματα όπως η ναζιστική γενοκτονία ή τα γκουλάγκ δεν υπάρχει σύγκριση. Και μολονότι πολλοί είναι πεισμένοι ότι ο κόσμος μας είναι βίαιος, ποτέ άλλοτε δεν είχαμε γνωρίσει μια τόσο μακρά περίοδο ειρήνης.
• Οι γέροι δεν είναι οι μόνοι που γκρινιάζουν. Βλέπουμε όλο και περισσότερους νέους να αμφισβητούν την πρόοδο, όπως εκείνη των εμβολίων για παράδειγμα.
Η έννοια του χαμένου παραδείσου είναι μια σταθερά της ανθρωπότητας. Οταν ήμουν νέος, ορισμένοι της γενιάς μου έλεγαν ήδη ότι παλιότερα ήταν καλύτερα. Ο κόσμος άλλαξε ριζικά υπό την επίδραση των θετικών επιστημών: από τη βιοχημεία και τη φαρμακευτική, που συνέβαλαν στην πρόοδο της υγείας, και από τα μαθηματικά χάρη στα οποία αναπτύχθηκαν οι νέες τεχνολογίες.
Ωστόσο, αυτοί που παίρνουν τον λόγο σήμερα, από τα στελέχη της διοίκησης ώς τους πολιτικούς, έχουν σπουδάσει ανθρωπιστικές επιστήμες. Αυτό προκαλεί ένα χάσμα ανάμεσα στην αλήθεια των ανθρωπιστικών επιστημών, που είναι σχετική, και στην επιστημονική αλήθεια. Συνεπώς, το πρόβλημα δεν είναι πλέον να γνωρίζουμε αν η ασπιρίνη είναι αποτελεσματική, αλλά να γνωρίζουμε πόσοι άνθρωποι θεωρούν ότι η ασπιρίνη είναι αποτελεσματική. Είναι δραματικό να μην πιστεύουμε στα εμβόλια.
Για παράδειγμα, αν οι άνθρωποι μπορούν να λιάζονται σχεδόν γυμνοί στις παραλίες, αυτό συμβαίνει επειδή το 1974 η ευλογιά, που είχε παραμορφώσει τόσα σώματα, ξεριζώθηκε από τα εμβόλια. Σήμερα δεν πεθαίνουμε πλέον παρά μόνον από ασθένειες για τις οποίες δεν υπάρχει ακόμη εμβόλιο.
• Φαίνεται ωστόσο ότι υπήρξε μια χρυσή εποχή: η μεταπολεμική «ένδοξη τριακονταετία», μια περίοδος ειρήνης, ευημερίας και πλήρους απασχόλησης…
Στη διάρκεια της «ένδοξης τριακονταετίας» υπήρχαν επίσης ο Μάο, ο Πολ Ποτ, ο Τσαουσέσκου, το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Και αυτή η «ένδοξη τριακονταετία» ήταν τοπικά περιορισμένη, ενώ σήμερα η άνεση είναι περισσότερο διαδεδομένη. Αυτό που μπορεί πράγματι να μας προβληματίζει είναι η αύξηση της ανεργίας. Επειδή η εργασία εξελίχθηκε πολύ με τα τεχνικά εργαλεία, που μας απάλλαξαν από πολλές κοπιαστικές εργασίες. Αλλά όσο περισσότερα εργαλεία έχουμε τόσο λιγότερη εργασία υπάρχει. Οδηγούμαστε σε μια κοινωνία χωρίς εργασία; Αν φτάσουμε εκεί, θα πρέπει να ξανασκεφτούμε συνολικά την οργάνωση της κοινωνίας. Και κανείς δεν μπορεί να πει αν αυτό είναι ένα καλό ή ένα κακό νέο.
• Σε κάθε περίπτωση, εσείς θυμίζετε ότι οι άνθρωποι βρομούσαν, επειδή η υγιεινή ήταν θλιβερή.
Δεν φαντάζεστε μέχρι ποιο σημείο! Στη δεκαετία του 1950, το περιοδικό Elle προκάλεσε σκάνδαλο επειδή συμβούλευε τις γυναίκες να αλλάζουν κιλότα κάθε μέρα. Εκείνη την εποχή το να αναφέρεται κανείς στην προσωπική υγιεινή ήταν ταμπού, αλλά το να τολμάει να φαντάζεται ότι θα αλλάζουμε καθημερινά εσώρουχα ήταν τρέλα. Παλιότερα υπήρχαν επίσης πολλές ασθένειες τις οποίες η πενικιλίνη τις εξαφάνισε. Προπολεμικά, στους δέκα ασθενείς που περίμεναν στον προθάλαμο του ιατρείου συναντούσαμε τρεις φυματικούς και τρεις συφιλιδικούς. Αυτό τελείωσε. Η ιατρική και η υγιεινή συνέβαλαν στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Σήμερα μια γυναίκα 60 ετών είναι πιο μακριά από τον θάνατό της από όσο ένα νεογέννητο το 1700.
• Από πού προέρχεται αυτός ο περιρρέων πεσιμισμός;
Οι πλούσιοι σπάνια αντιλαμβάνονται ότι είναι πλούσιοι και όσο περισσότερο είναι κανείς μέσα στις ανέσεις τόσο περισσότερο ευαίσθητος είναι για τις λίγες στιγμές των δυσκολιών. Εξάλλου, στη διάρκεια της «ένδοξης τριακονταετίας» λίγοι άνθρωποι είχαν επίγνωση του ότι ζουν σε μια περίοδο ευημερίας. Γκρίνιαζαν ήδη από τότε. Είναι θέμα νοοτροπίας, κυρίως γαλλικής. Στη Γαλλία ποτέ δεν λέμε «καλά», αλλά λέμε «όχι άσχημα». Αυτή η κουλτούρα βασίζεται στην κριτική που χρονολογείται από τον καιρό του Βολταίρου. Ο αισιόδοξος παρέμεινε ένας αφελής («Καντίντ»), επομένως ένας ανόητος, ενώ ο απαισιόδοξος υποτίθεται ότι είναι διορατικός. Ριψοκινδυνεύω να θεωρηθώ ανόητος.
• Στο βιβλίο σας «Η κοντορεβιθούλα» εγκωμιάζετε το διαδίκτυο που φέρνει μπροστά μας τον κόσμο ολόκληρο με ένα κλικ. Μας φέρνει όμως και τα fake news, τον ναρκισσισμό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Αφότου είχα γράψει αυτό το βιβλίο, ήρθαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τις παθογένειες που αναφέρατε. Προτιμώ όμως να θυμίσω έναν μύθο. Ηταν κάποτε ένας πλούσιος που είχε έναν δούλο, τον οποίο αγαπούσε πολύ επειδή του μαγείρευε θαυμάσια. Μια μέρα ο αφέντης ζητάει από τον δούλο του να του μαγειρέψει το καλύτερο πιάτο του κόσμου και ο δούλος μαγειρεύει γλώσσα. Ο αφέντης το απολαμβάνει κι έπειτα ζητάει το χειρότερο πιάτο. Ο δούλος μαγειρεύει πάλι γλώσσα. «Με κοροϊδεύεις», φωνάζει ο αφέντης. Ο δούλος, που ονομάζεται Αίσωπος, απαντάει ότι η γλώσσα είναι το καλύτερο και το χειρότερο από όλα τα πράγματα, επειδή χρησιμεύει για να λέμε «σ’ αγαπώ» ή για να συκοφαντούμε. Και όλα τα μέσα επικοινωνίας φέρνουν το καλύτερο ή το χειρότερο, όπως στον μύθο του Αισώπου.
Εχω γνωρίσει καλά τη Silicon Valley, όπου έζησα επί τριάντα επτά χρόνια. Εκείνη την εποχή επικρατούσε εκεί μια πολύ ελευθεριακή και εξισωτική ιδεολογία. Επειτα έγιναν οι κύριοι του κόσμου και η αποκλειστική ιδιοκτησία δεδομένων από τέσσερις-πέντε επιχειρήσεις είναι μια καταστροφή που πρέπει να αποτρέψουμε γρήγορα.
• Ειλικρινά, τι είναι αυτό που βρίσκετε λιγότερο καλό σήμερα;
Οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, οι οποίες αυξάνονται. Αν χαθεί η μεσαία τάξη και αν δημιουργηθούν όλο και πιο έντονες ανισότητες, δεν θα έχουμε πλέον δημοκρατία. Αυτό άλλωστε συμβαίνει με τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι μεγάλες ανισότητες εισοδημάτων και κουλτούρας είναι αυτό από το οποίο κινδυνεύουμε περισσότερο.

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

Το σχολείο του μέλλοντος. Ένα νέο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Αυστραλία δεν έχει τάξεις, ούτε εξετάσεις

350 μαθητές θα έχουν την ευκαιρία να μπουν, σε περίπου από μία εβδομάδα από σήμερα, σε έναν τελείο νέο, διαφορετικό εκπαιδευτικό κόσμο όπου οι τάξεις και οι εξετάσεις είναι απλά λεπτομέρειες. 
(Αναδημοσίευση από το womantoc.gr)
Το εκπαιδευτικό ίδρυμα Lindfield Learning Village βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του Σίδνεϋ και είναι το πρώτο σχολείο που ακολουθεί το συγκεκριμένο σύστημα στην Αυστραλία και στοίχισε στην κυβέρνηση της χώρας περίπου 40 εκατομμύρια δολάρια για να κατασκευαστεί.
Το πανέμορφο κτίριο προσφέρει στα παιδιά υπερπλήρεις και τρομερά σύχρονες εγκαταστάσεις από το νηπιαγωγείο μέχρι το έτος αποφοίτησης και έχει γίνει ήδη γνωστό ως «το σχολείο του μέλλοντος» που στοχεύει στο να διδάξει στα παιδιά την αξία των κοινών δρασηριοτήτων και αποσκοπεί στο να τους δώσει τα απαραίτητα εφόδια ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τα «αληθινά προβλήματα του κόσμου και της ζωής». Αυτό σημαίνει πως αντί να παρακολουθούν τα μαθήματα με τον κλασικό, παραδοσιακό τρόπο το  Lindfield Learning Village θα κατευθεύνει τα παιδιά προς μία πιο συνεργατική μορφή εκμάθησης.
«Τα παιδιά θα εξετάζονται και θα αξιολογούνται μέσα από ένα τελείως διαφορετικό σύστημα αξιολόγησης στο οποίο θα επιλέγουν ένα θέμα που τα προβληματίζει και τα αφορά και θα το παρουσιάζουν με τον τρόπο που τα ίδια επιθυμούν στον χρόνο κατά τον οποίο θα αισθάνονται ικανά και έτοιμα»,
Αν και φυσικά θα υπάρχουν καθηγητές στο σχολείο, κάποια από τα μαθήματα θα παραδίδονται από άτομα άλλων ειδικοτήτων και διαφορετικών ηλικιών που θα επιχειρήσουν να εμφυσήσουν στα παιδιά γνώσεις και ταλέντα σε ποικίλα πεδία.
Όπως δηλώνουν οι υπεύθυνοι αυτού του πρωτοποριακού ιδρύματος που θέλει να επαναπροσδιορίσει την έννοια της γνώσης και τον τρόπο κατά τον οποίο αυτή πρέπει να φτάνει στους μαθητές, στο σχολείο δεν θα υπάρχουν εργασίες, τουλάχιστον όχι με την συνηθισμένη μορφή του όρου.
«Τα παιδιά θα εξετάζονται και θα αξιολογούνται μέσα από ένα τελείως διαφορετικό σύστημα αξιολόγησης στο οποίο θα επιλέγουν ένα θέμα που τα προβληματίζει και τα αφορά και θα το παρουσιάζουν με τον τρόπο που τα ίδια επιθυμούν στον χρόνο κατά τον οποίο θα αισθάνονται ικανά και έτοιμα», δήλωσε η διευθύντρια του σχολείου Stephanie McConnell στο τηλεοπτικό δίκτυο ABC.
Aυτό που κάνει τα πράγματα ακόμα πιο ξεχωριστά είναι το γεγονός ότι το σχολείο δεν  θα έχει τάξεις, αλλά τα μαθήματα θα παραδίδνται σε συγκεκριμένους χώρους που χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Tα "Waterholes" είναι κάτι αντίστοιχο των αμφιθεάτρων όπου ένα μάθημα θα μπορεί να γίνει παρουσία πολλών ατόμων, τα "campfires" όπου ένας καθηγητής θα μπορεί να δουλέψει με ένα περιορισμένο γκρουπ παιδιών και τα "caves" όπου το κάθε παιδί θα μπορεί να συγκεντρώνεται και να μελετάει μόνο του.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχει η δυνατότητα να φοιτήσουν στο σχολείο 2000 μαθητές προς το παρόν μόνο 350 παιδιά θα γίνουν δεκτά μέχρι να δοκιμαστεί και να τελειοποιηθεί αυτό το καινούργιο και εναλλακτικό πρόγραμμα εκπαίδευσης.

«Η εκπαίδευση, όπως όλα στη ζωή, είναι θέμα έρωτα»

Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, πέρα από την πολιτική, τις ρυθμίσεις, τις μεταρρυθμίσεις και το αμφιλεγόμενο περιεχόμενό τους, θέτει το ζήτημα του τι κινεί την Παιδεία – και του γιατί σήμερα αυτό απουσιάζει

Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.awakengr.com/maria-eythymioy-i-ekpaideysi-opos-ola-sti-zoi-einai-thema-erota/
Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, πέρα από την πολιτική, τις ρυθμίσεις, τις μεταρρυθμίσεις και το αμφιλεγόμενο περιεχόμενό τους, θέτει το ζήτημα του τι κινεί την Παιδεία – και του γιατί σήμερα αυτό απουσιάζει

Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.awakengr.com/maria-eythymioy-i-ekpaideysi-opos-ola-sti-zoi-einai-thema-erota/
Αναδημοσιεύουμε από tovima.gr τη συνέντευξη της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αθηνών Μαρίας Ευθυμίου στον Μ. Καρασαρίνη...
Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, πέρα από την πολιτική, τις ρυθμίσεις, τις μεταρρυθμίσεις και το αμφιλεγόμενο περιεχόμενό τους, θέτει το ζήτημα του τι κινεί την Παιδεία – και του γιατί σήμερα αυτό απουσιάζει

Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.awakengr.com/maria-eythymioy-i-ekpaideysi-opos-ola-sti-zoi-einai-thema-erota/

Tweet Pin1 Share2K 2K Shares Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, πέρα από την πολιτική, τις ρυθμίσεις, τις μεταρρυθμίσεις και το αμφιλεγόμενο περιεχόμενό τους, θέτει το ζήτημα του τι κινεί την Παιδεία – και του γιατί σήμερα αυτό απουσιάζει

Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.awakengr.com/maria-eythymioy-i-ekpaideysi-opos-ola-sti-zoi-einai-thema-erota/
Tweet Pin1 Share2K 2K Shares Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, πέρα από την πολιτική, τις ρυθμίσεις, τις μεταρρυθμίσεις και το αμφιλεγόμενο περιεχόμενό τους, θέτει το ζήτημα του τι κινεί την Παιδεία – και του γιατί σήμερα αυτό απουσιάζει

Διαβάστε όλο το άρθρο: https://www.awakengr.com/maria-eythymioy-i-ekpaideysi-opos-ola-sti-zoi-einai-thema-erota/
Κατά κανόνα, οι έλληνες πανεπιστημιακοί προτιμούν να εμμένουν στην πληροφορία παρά να κεντρίζουν το ενδιαφέρον του φοιτητικού κοινού με γοητευτικές λεπτομέρειες που μπορεί να γίνουν έναυσμα πρόσθετης έλξης για το αντικείμενο. Ωστόσο, σε έναν χώρο που η στεγνή γνώση ήταν ο κανόνας, οι παραδόσεις της Μαρίας Ευθυμίου στο μάθημα της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού διακρίνονταν πάντα για τη σπιρτάδα και την επινοητικότητά τους. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους οι ελεύθερες διαλέξεις της για κοινό ενηλίκων, εκτός πανεπιστημίου, μετρούν δεκάδες χιλιάδες ακροατές από το 2006, όταν και ξεκίνησαν, αλλά και πλήθος θεατών στο Διαδίκτυο. Για την αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών η σημερινή συγκυρία της εκπαίδευσης κάθε άλλο παρά ευτυχής είναι – και η καθοδική πορεία της ακολουθεί αυτήν της κοινωνίας. Ακόμη όμως και αν η Παιδεία βρίσκεται κοντά στο σημείο μηδέν, η Μαρία Ευθυμίου αρνείται να συνταχθεί με την πλευρά της πλήρους απαισιοδοξίας: γιατί η εκπαίδευση δεν έχει τόσο ανάγκη από νόμους και μεταρρυθμίσεις όσο από «εκπαιδευτικούς που να αγαπούν αυτό που κάνουν».
Aλλος ένας διάλογος για την Παιδεία ολοκληρώθηκε. Η Επιτροπή Εθνικού Διαλόγου έχει δώσει στη δημοσιότητα τα πορίσματά της, ένα πρώτο νομοσχέδιο με εκπαιδευτικές ρυθμίσεις ψηφίστηκε από τη Βουλή στο τέλος Αυγούστου. Οι κατευθύνσεις που μοιάζει να θέλει να ακολουθήσει η κυβέρνηση συμβαδίζουν με τις διεθνείς αναζητήσεις; 
«Στην Ελλάδα αλλάζουμε, υποτίθεται, το εκπαιδευτικό σύστημα πολύ συχνά. Κάτι που προφανώς δεν έχει νόημα. Πρόκειται για εθνική κωμωδία, γιατί όλοι γνωρίζουν πως κάθε «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» είναι τραγικά εφήμερη. Και, εξ αυτού, άνευ ουσίας. Η χώρα μας βρίσκεται σε κακό σημείο. Η Παιδεία της φθίνει εδώ και δεκαετίες. Σήμερα πια είναι σε ελεύθερη πτώση. Οσον αφορά τις διεθνείς αναζητήσεις, υπάρχουν πολλά και διαφορετικά εκπαιδευτικά πρότυπα – και όχι ένα. Μπορεί κανείς, για τη συζήτηση, να επιλέξει διάφορα παραδείγματα γενικών κατευθύνσεων: εκείνα των αγγλοσαξονικών χωρών, για παράδειγμα, που κι αυτά δεν είναι ενιαία· ή της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Φινλανδίας, ή χωρών – δυτικών, κατά κανόνα – που έχουν δώσει κάποιο, θεωρούμενο ως επιτυχημένο, στίγμα. Και στο εξωτερικό, πάντως,  τα εκπαιδευτικά δεδομένα επανεξετάζονται – κατά καιρούς. Σε εμάς, βέβαια, όλα είναι δραματικά εφήμερα. Το μόνο σταθερό είναι η διαρκής πτώση. Και αν κρίνω από κάποιες αποφάσεις που πάρθηκαν για τα Αρχαία Ελληνικά ή τα Συμβούλια των Πανεπιστημίων, τα οποία η παρούσα κυβέρνηση καταργεί, τότε μόνο ζοφερό μπορώ να φανταστώ το μέλλον. Αλλά έχουμε, πλέον, συνηθίσει ως κοινωνία να ωθούμαστε προς όλο και μεγαλύτερο χάος και καταστροφή. Και είμαστε, μάλιστα, ήρεμοι μπροστά στο κακό αυτό. Σαν έτοιμοι από καιρό…».
Υπήρχε στο παρελθόν η αίσθηση ότι θα ήταν ενδεχομένως καλύτερο η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας να περάσει από τους επαγγελματίες πολιτικούς στα χέρια πανεπιστημιακών που γνωρίζουν από πρώτο χέρι τα προβλήματα του χώρου. Και τα τελευταία χρόνια γνωστοί πανεπιστημιακοί έγιναν όντως υπουργοί Παιδείας. «Το πρόβλημα δεν είναι στα ονόματα. Γιατί σε όλους τους χώρους υπάρχουν άνθρωποι με γνώση, με ευαισθησία και με υψηλή αίσθηση ευθύνης ως προς την κοινωνία. Η ελληνική κοινωνία, όμως, σε όλα τα επίπεδα, πάσχει από το απόλυτο «δήθεν» – κατάσταση που διογκώθηκε στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, οπότε ζήσαμε τη φούσκα των ιδεοληψιών και των μεγάλων λόγων. Μέσα σε αυτή τη φούσκα δημιουργήθηκε και ένα μεγάλο κομμάτι του λεγόμενου «πνευματικού κόσμου». Το ζήτημα, άρα, δεν είναι αν είναι κανείς πανεπιστημιακός ή όχι, «διανοούμενος» ή όχι. Δεν είναι καν αν είναι κανείς ειδικευμένος σε θέματα εκπαίδευσης. Και το λέω αυτό γιατί έχει δοθεί μεγάλη έμφαση και από την Ευρωπαϊκή Ενωση, με σημαντικές χρηματοδοτήσεις, που εδώ και δεκαετίες διοχετεύθηκαν σε παιδαγωγικές «μελέτες», «αναζητήσεις» και σε Παιδαγωγικά Τμήματα. Τελικά, όμως, είχαμε ένα σαθρό αποτέλεσμα. Τα Παιδαγωγικά Τμήματα στην Ελλάδα έχουν, συχνά, φοιτητές χαμηλού επιπέδου – φέτος αξιοθρήνητα χαμηλού, αν κρίνει κανείς από τις εισαγωγικές εξετάσεις – και η εκπαίδευση που τους παρέχεται είναι, σε κάποιες περιπτώσεις, συζητήσιμη. Ενώ εδώ θα έπρεπε να έχουμε τους άριστους των αρίστων, οι οποίοι και να λαμβάνουν την πιο απαρέγκλιτα απαιτητική και συστηματική εκπαίδευση, από, επίσης, τους άριστους των αρίστων. Βέβαια, όπως σε όλα τα ελληνικά πανεπιστήμια, όπως και σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα, δίπλα στους «εκπαιδευτικούς» και τους «μαθητές» που απλώς διεκπεραιώνουν και αδιαφορούν για τη δουλειά τους, γίνονται και πράγματα καταπληκτικά από μεμονωμένους, αφιερωμένους, φωτισμένους ανθρώπους. Τους οποίους λίγοι τιμούν, λίγοι επαινούν και πολλοί περιγελούν. Ενώ αυτοί, αταλάντευτα, συνεχίζουν το φωτεινό έργο τους».
Εξαντλούμαστε στην πολιτική χρήση και στα διαδικαστικά της Παιδείας αγνοώντας το ίδιο το αντικείμενο τελικά; «Η εκπαίδευση, όπως όλα στη ζωή, είναι θέμα έρωτα. Δεν είναι θέμα κανενός νόμου και καμιάς μεταρρύθμισης. Αν δεν είναι ο δάσκαλος ερωτευμένος με αυτό που κάνει, το αποτέλεσμα είναι, σε κάθε περίπτωση, μηδενικό έως αρνητικό. Με τη λέξη «έρωτας» εννοώ αυτό που κάνεις να σε αφορά. Με πάθος. Με πόνο. Να κοιτάς τον μαθητή στα μάτια και να σε αφορά αν θα μάθει αυτό που του διδάσκεις. Ο δάσκαλος, εξάλλου, δεν μεταφέρει μόνον εγκύκλια γνώση στον διδασκόμενο. Μεταφέρει έναν ολόκληρο κόσμο, μια και η εκπαίδευση είναι άφατη μεταφορά χυμών, μεταφορά ήθους, μεταφορά στάσης ζωής. Δεν είναι διανοητική κατασκευή. Συζητούμε, κάθε τρεις και λίγο, για το πυροτέχνημα των εκάστοτε δήθεν «αλλαγών» και «μεταρρυθμίσεων» μόνο και μόνο για να μην επιστρέψουμε στην αρχή των πραγμάτων. Και η αρχή των πραγμάτων είναι να αγαπάς – τον άλλο, την κοινωνία, τη δουλειά σου, τη ζωή. Να νοιάζεσαι. Και να είσαι έτοιμος να δοθείς με όλες σου τις δυνάμεις και τις δεξιότητές σου σε αυτό. Κάτι που πολλοί έχουμε ξεχάσει. Και βολευόμαστε σε αυτό».
Το ανεπαρκές επίπεδο γνώσεων των εισακτέων φοιτητών, για το οποίο κάνατε λόγο παραπάνω, μνημονεύεται πολύ συχνά ως μείζον πρόβλημα για την κατάρτισή τους. «Είμαι στη Φιλοσοφική Σχολή σχεδόν 35 χρόνια. Κάθε χρόνο εισέρχονται στη Σχολή μας φοιτητές που υπήρξαν «αριστούχοι» μαθητές στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση  (εδώ και δεκαετίες, σχεδόν όλοι οι μαθητές στην Ελλάδα παίρνουν Α στο δημοτικό και 19 στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τι να πει κανείς…). Και κάθε χρονιά το επίπεδο είναι χαμηλότερο από εκείνο της προηγούμενης. Να σας πω χαρακτηριστικά ότι στην εκφώνηση των ερωτήσεων στις εξετάσεις, αν χρησιμοποιήσω τον τύπο «αναφερθείτε» ή «τοποθετηθείτε», το «-τε» θα είναι γραμμένο με «αι» από το ένα τέταρτο περίπου των κατά τ’ άλλα «αριστούχων» στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμιά τους εκπαίδευση φοιτητών. Φοιτητών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι οποίοι, στην ουσία, προορίζονται μετά την αποφοίτησή τους για καθηγητές της ελληνικής γλώσσας».
Αλλά, από ό,τι καταλαβαίνω, δεν θεωρείτε ότι το ζήτημα είναι απλώς τεχνικό, ότι η έλλειψη τέτοιων βασικών γνώσεων αποδίδεται σε εκπαιδευτικά προβλήματα που λύνονται με αλλαγές υλικών, τρόπων ή μεθόδων διδασκαλίας. «Κοιτάξτε, η κεντρικά, κρατικά οργανωμένη υποχρεωτική εκπαίδευση είναι μια ιστορία μόλις δυόμισι, περίπου, αιώνων. Προέρχεται από το γερμανικό υπόδειγμα του 18ου αιώνα και το γαλλικό του 19ου αιώνα, που αποσκοπούσαν στη συγκρότηση ενιαίων κοινωνιών, στο πλαίσιο της εθνικής ιδεολογίας. Μια κοινή Παιδεία δημιουργεί κοινά αισθήματα, κοινούς κώδικες. Ενιαιοποιεί τις κοινωνίες. Η Παιδεία κάθε χώρας, δηλαδή, όντας εθνικής προτεραιότητας, δεν μπορεί παρά να έχει ως στόχο τον πολίτη, τον άνθρωπο που η κάθε χώρα θέλει να δημιουργήσει. Παλαιότερα, π.χ., μέχρι τη δεκαετία του 1980, το δημόσιο σχολείο της κάθε ελληνικής γειτονιάς ήταν σχολείο σκληρής εργασίας και απαιτητικότητας. Βάζοντας τους πραγματικούς βαθμούς, επαινώντας, προβιβάζοντας, αφήνοντας μετεξεταστέους, περνούσε το μήνυμα στον μαθητή ότι το να εργάζεται και να αποδίδει στο σχολείο είναι η δουλειά του. Και ότι η δουλειά είναι κάτι που τιμούμε και υπηρετούμε με αφοσίωση και στόχο. Για το οποίο, αναλόγως, είτε επαινούμεθα είτε μας ζητείται να ξαναπροσπαθήσουμε. Αντιθέτως, εμείς, τα τελευταία 40, περίπου, χρόνια, καθώς δημιουργήσαμε μια κοινωνία παρασιτική, χωρίς αξίες, χωρίς ηθικές αρχές και απαιτητικότητα, οδηγήσαμε και την Παιδεία μας σε αντίστοιχους δρόμους και πρακτικές. Από εκεί και τα εύκολα Α στο δημοτικό και τα 19 και 20 στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Η δημιουργία πλήθους «αριστούχων» δίνει κακό εφαλτήριο στους μαθητές, ετοιμάζει το έδαφος για κακούς πολίτες. Γιατί επιβραβεύει την έλλειψη προσπάθειας. Eτσι, πολλοί νέοι που βγαίνουν από ένα τέτοιο σύστημα δεν έχουν συναίσθηση των εννοιών της εργατικότητας, της υπευθυνότητας, του ορίου, της συστηματικής δουλειάς για την επίτευξη ενός στόχου. Δημιουργήσαμε δούλους τού τίποτα. Γιατί ελευθερία δεν είναι η ασυδοσία. Είναι η έννοια του μέτρου, της εσωτερικής πειθαρχίας, του ορίου ως προς τον εαυτό σου και τους άλλους. Αντιθέτως, εμείς προτιμήσαμε την αντιστροφή των κοινωνικών προτεραιοτήτων. Στα ελληνικά σχολεία οι καθηγητές, από δεκαετίες, κάνουν τις συνελεύσεις τους την ώρα του ωραρίου τους, εις βάρος της εκπαίδευσης των νέων για την οποία και πληρώνονται από την κοινωνία! Στα ελληνικά σχολεία, από δεκαετίες, δεν υπάρχει έλεγχος, αξιολόγηση. Αυτά, εξάλλου, θεωρούνται «φασιστικά» πράγματα. Στα ελληνικά σχολεία και πανεπιστήμια, από δεκαετίες, αφήσαμε να επικρατήσει ως κανονικότητα το έθιμο των καταλήψεων και ετήσιων καταστροφών της δημόσιας περιουσίας – ένα lifestyle επαναστατικοειδές τού τίποτα, δήθεν ιδεολογικά φορτισμένο. Μετατρέψαμε τα σχολεία σε χώρους βανδαλισμών, αναίδειας, κοινωνικής αδιαφορίας, αμάθειας, βαρβαρότητας – υπό το κάλυμμα, μάλιστα, ιδεολογικών κατασκευών που απλώς υπηρετούν την ευτέλειά μας».   
Η αντιστροφή των κοινωνικών προτεραιοτήτων πόσο έχει να κάνει με αυτό που προηγήθηκε; Θέλω να πω, κατά πόσο η νοοτροπία των τελευταίων δεκαετιών, η νοοτροπία της Μεταπολίτευσης, μπορεί να διαμορφώνεται από την αντίδραση σε αξίες και έννοιες παρούσες σε μια εποχή που απορρίφθηκε πολιτικά και ιδεολογικά; «Πιστεύω ότι αυτό που ζούμε στη Μεταπολίτευση, όλη η κοινωνική και πολιτική ζωή, είναι βαθιά δηλητηριασμένη από τον Εμφύλιο Πόλεμο. O,τι κάνουμε και ό,τι δεν κάνουμε, ως κοινωνία και ως άτομα, είναι δαγκωμένο από το φίδι του Εμφυλίου και των επακόλουθών του. Θυμίζω ότι, στην ουσία, ο Εμφύλιος τελείωσε το 1974. Στρατιωτικά το 1949, πολιτικά όμως το 1974. Ηθικός νικητής, όμως, δεν ήταν ο στρατιωτικά υπερισχύσας. Hταν ο ηττημένος. Πάνω σε αυτό, μετά τη Μεταπολίτευση, πάτησαν διάφοροι – με μια προσχηματική, δήθεν αριστερή, φρασεολογία – για να δικαιώσουν επιτήδεια συμπεριφορές αντικοινωνικές, αντιδημοκρατικές, λεηλατικές, καταστροφικές. Αντί στην εποχή της δημοκρατίας να αξιοποιήσουμε τις δεινές εμπειρίες του παρελθόντος για το καλύτερο, απεμπολήσαμε αρχές σεβασμού της κοινωνίας, της δημοκρατίας και της αξιοπρέπειας του άλλου. Καταστρέψαμε το κοινό αγαθό. Με άποψη, μάλιστα, και αποφασιστικότητα. Και τούτο φαίνεται πιο βαριά στην Παιδεία».
Ωστόσο, η σημασία της Ιστορίας δεν αντανακλάται στον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται στο σχολείο ένα μάθημα που κατεξοχήν προάγει την κριτική ικανότητα. «Δεν ξέρω αν η αποδυνάμωση του μαθήματος της Ιστορίας έγινε συνειδητά ή ασυνείδητα. Γιατί η Ιστορία είναι ένα μάθημα επαναστατικό. Είναι η ζωή των ανθρώπων που δεν υπάρχουν πια – η δική μας ζωή, μια και σε λίγο για εμάς ως Ιστορία θα μιλούν οι επόμενες γενιές. Μαθαίνοντας για τους ανθρώπους άλλων εποχών, για τον κόσμο που ζούσαν και για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν, μαθαίνεις ουσιαστικά τον εαυτό σου. Είναι λοιπόν μάθημα επαναστατικό, γιατί σε ανατοποθετεί στον κόσμο, γιατί σε ωθεί σε στοχασμό, γιατί σε επαναπροσδιορίζει. Με τον τρόπο αυτόν, η Ιστορία σε απελευθερώνει».
Υπάρχει στο ευρύ κοινό μια έντονη επιθυμία για πρόσβαση σε ιστορική γνώση έγκυρη, επιστημονική, απλά δοσμένη; Αφορμή για την ερώτηση είναι η μεγάλη ανταπόκριση που βρίσκουν εδώ και περίπου μία δεκαετία οι ελεύθερες διαλέξεις σας για κοινό ενηλίκων σε όλη την Ελλάδα. «Το γεγονός ότι κάπου 50.000 άνθρωποι, υπολογίζω, έχουν προσέλθει μέχρι σήμερα σε αυτές τις διαλέξεις κάτι σημαίνει. Κοιτάξτε, η εκπαίδευση δεν σταματά σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας – και δεν αφορά μόνο δάσκαλο και μαθητή, καθηγητή και φοιτητή. Oλοι μαθαίνουμε διαρκώς, ο ένας από τον άλλο. Είμαστε όλοι και αδιαλείπτως ταυτοχρόνως και δάσκαλοι και μαθητές. Η ευρύτατη προσέλευση του κοινού σε διαλέξεις Ιστορίας δείχνει, ίσως, ότι επειδή έχουμε πλήθος κενών λόγω αποστήθισης και στρεβλής διδασκαλίας της Ιστορίας, σε καιρούς δύσκολους, μεταβατικούς και ρευστούς όπως αυτοί που διανύουμε, αναζητούμε εργαλεία ερμηνείας που μόνο η Ιστορία μπορεί να μας δώσει. Η Παγκόσμια Ιστορία, ιδιαίτερα, είναι πολύ πρόσφορη ως έναυσμα σκέψης για τον καθένα. Γιατί όταν ακούς τη δική σου Ιστορία, γίνεσαι σαν τον σκαντζόχοιρο. Το θέμα σε αφορά άμεσα, γι’ αυτό και η προσέγγισή του σε πληγώνει. Δεν σε φέρνει στην ηρεμία που θα υποβοηθούσε την εσωτερική σου συζήτηση, καθώς είσαι διαρκώς έτοιμος να αντιδράσεις. Αντιθέτως, το πλεονέκτημα της Παγκόσμιας Ιστορίας είναι ότι μιλά για ανθρώπους σαν εσένα, σε άλλη χρονική στιγμή και σε άλλον τόπο. Eτσι, διαλέγεσαι μαζί τους και με τις καταστάσεις που αυτοί αντιμετώπισαν με μεγαλύτερη άνεση, χωρίς τις πληγές της δικής σου Ιστορίας που αιμάσσουν. Eπειτα, η παγκοσμιοποίηση είναι τόσο ορατή πλέον, ώστε χρειάζεσαι περισσότερα δεδομένα για να ερμηνεύσεις όσα συμβαίνουν γύρω σου. Ακροατές των μαθημάτων Παγκόσμιας Ιστορίας λένε πως ύστερα από αυτά βλέπουν με άλλον τρόπο τις ειδήσεις, διαβάζουν με άλλα μάτια τις εφημερίδες, αντιλαμβάνονται σε άλλη βάση τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα, βλέπουν αλλιώς τα κινηματογραφικά έργα, διαβάζουν με άλλο φως την λογοτεχνία».
Είναι η ανταπόκριση αυτή και μια ένδειξη ότι υφίσταται στην ελληνική κοινωνία ετοιμότητα ευρύτερης δημόσιας συζήτησης γύρω από ιστορικά ζητήματα, όπως περίπου έγινε την τελευταία δεκαετία για τον Εμφύλιο Πόλεμο; «Οι Ελληνες έχουμε ενδιαφέρον για την Ιστορία. Iσως γιατί λόγω της σύγχρονης ηθικής και οικονομικής κατάρρευσής μας αντλούμε κουράγιο από το αρχαίο κλέος. Iσως γιατί έχουμε το προνόμιο να μπορούμε να ανιχνεύσουμε το παρελθόν μας με τόσο πολλά γραπτά μνημεία όσο λίγοι λαοί στον κόσμο. Απλώς, αυτό το ενδιαφέρον δεν το έχουμε αξιοποιήσει, κατά τη γνώμη μου, με συστηματικό και υγιή τρόπο. Ως λαός είμαστε σήμερα σε καλύτερη φάση για να συζητήσουμε για την Ιστορία μας. Ο Εμφύλιος, για παράδειγμα, τελείωσε στρατιωτικά πριν από σχεδόν 70 χρόνια, οι βασικοί πρωταγωνιστές του έχουν φύγει από τη ζωή, τα πολωτικά σχήματα «δεξιά» και «αριστερά», «προοδευτικός» και «συντηρητικός» έχουν καταρρεύσει. Είμαστε πλέον πιο ταπεινοί, λιγότερο αλαζόνες. Περνάμε όλοι τη δοκιμασία της κρίσης. Η βαριά εικόνα της Ελλάδας και του Eλληνα στο εξωτερικό μάς πληγώνει, αν και γνωρίζουμε ότι, σε έναν βαθμό, βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και καταστάσεις. Eχουμε μπει δειλά δειλά στον δρόμο να συνομιλήσουμε με τον εαυτό μας ειλικρινά, αφήνοντας στην άκρη ιδεοληψίες και προκατασκευασμένες, politically correct, θεωρητικές συλλήψεις».
Αυτή η τελευταία φράση θα ίσχυε και ως υπόδειξη διεξόδου από τον λαβύρινθο των προβλημάτων της εκπαίδευσης; «Δεν είμαι τόσο απαισιόδοξη όσο μπορεί να φαίνεται από όλα όσα είπα παραπάνω. Στην εκπαίδευση υπάρχουν ακόμη διάσπαρτοι υπέροχοι άνθρωποι που μπορούν και κάνουν τη διαφορά. Και τα πράγματα είναι, εν τέλει, απλά. Στην πραγματικότητα, ένα πράγμα χρειάζεται η εκπαίδευση: εκπαιδευτικούς που να αγαπούν αυτό που κάνουν. Που να μπαίνουν στην τάξη και να λένε μέσα τους «Αυτά τα παιδιά θέλω να τα κερδίσω. Να τα εμπνεύσω. Να τα ελευθερώσω μέσα από τη χαρά της γνώσης, του σεβασμού, της προσπάθειας, της αξιοπρέπειας, της εργατικότητας, της αυτοεκτίμησης και της αλληλοεκτίμησης, της αξιοποίησης των ταλέντων του καθενός». Γιατί όλα είναι έρωτας. Και η Παιδεία ακόμη πιο πολύ».

Κριτική στις αντιλήψεις του ΙΕΠ με αφορμή το περιεχόμενο της επιμόρφωσης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών

Ανάμεσα στα άλλα περίεργα της εισαγωγικής επιμόρφωσης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών από το ΙΕΠ, δόθηκε προς διαπραγμάτευση στους/τις επιμορ...